* * *
Η πρώτη σκηνή εκτυλίχθηκε στις αρχές της εβδομάδας, σε κεντρικό σημείο των Βρυξελλών. Εστιάτορας σταματάει τέσσερις δημοσιογράφους -μεταξύ των οποίων και η υπογράφουσα - και τους ρωτάει: «Από πού είστε; Από την Πορτογαλία;». «Οχι», απαντάμε. «Από την Ισπανία;», επιμένει αυτός. «Οχι, όχι, από την Ελλάδα», διευκρινίζουμε. «Από την Ελλάααδα; Χα! Χα! Μπαγκλαντές!» αποφαίνεται αβίαστα ο καταστηματάρχης, αφήνοντάς μας άναυδους.
Η δεύτερη, λίγες ώρες αργότερα, όταν ψάχνοντας ένα δώρο για την κόρη μου μπήκα σε μικρό κατάστημα γνωστού εμπορικού δρόμου, της Ερμού των Βρυξελλών. Αφού διάλεξα κάτι, έβγαλα την πιστωτική κάρτα και το διαβατήριό μου και τα έδωσα στην πωλήτρια. Εκείνη ανοίγει το διαβατήριο και κουνάει το κεφάλι με μία έκφραση συγγνώμης στα μάτια: «Α, από την Ελλάδα... Λυπάμαι, δεν μπορώ να τη δεχθώ»!
Η εν λόγω κυρία δεν ενομιμοποιείτο σε καμία περίπτωση να μη δεχθεί την πιστωτική κάρτα, η οποία είχε διαθέσιμο όριο, γιατί η χώρα που την έχει εκδώσει βρίσκεται στην κατάσταση που βρίσκεται σήμερα. Δεν προβλέπεται σε καμία διατραπεζική συμφωνία ούτε μπορεί να δικαιολογηθεί κατά κανέναν τρόπο. Και αν ήθελα να το τραβήξω, είναι βέβαιο ότι θα έβρισκα το δίκιο μου, μόνο που στο μεταξύ είχα χάσει κάθε διάθεση να το διεκδικήσω. Αισθανόμουν κυριολεκτικά σαν δαρμένη. Προσβεβλημένη, θυμωμένη, έξαλλη! Δεν ήθελα καν να ρωτήσω την αμήχανη πωλήτρια τι θα έκανε αν το διαβατήριο είχε ως χώρα προέλευσης την Πορτογαλία ή την Ιταλία... Δεν είχε νόημα. Θα είχε, αν όλοι κρίνονταν με τα ίδια κριτήρια. Μόνο που στη δική μας περίπτωση βάλαμε τα χέρια μας και βγάλαμε τα μάτια μας. ΄Η για την ακρίβεια επιτρέψαμε στην ηγεσία μας να το πράξει για λογαριασμό μας.
Περπατούσα στους δρόμους της βελγικής πρωτεύουσας, η οποία σημειωτέον βιώνει τη δική της, εξαιρετικά μεγάλη, αγωνία για το μέλλον της χώρας, αλλά και για τις Βρυξέλλες που ανατριχιάζουν στο άκουσμα φημών που φέρουν τη Γερμανία να καλοβλέπει τη μεταφορά του ευρωπαϊκού κέντρου βάρους στα δικά της εδάφη, και το κεφάλι μου πήγαινε να σπάσει. Είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο, να καταλάβεις και ακόμη πιο δύσκολο να αποδεχθείς πως μέσα σε ελάχιστο χρόνο έγινες ο περίγελος της Ευρώπης. Θυμήθηκα ότι πέρυσι τον χειμώνα ο τότε πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου μιλούσε για Τιτανικό και αντιμετώπιζε με δημόσιες δηλώσεις τους Ελληνες ως συλλήβδην διεφθαρμένους και περίπου ανίκανους και τεμπέληδες. Τους ίδιους ανθρώπους που μήνες νωρίτερα διαβεβαίωνε ότι «λεφτά υπάρχουν» και μήνες αργότερα προσπαθούσε να πείσει ότι για τον ίδιο είναι θέμα πολιτικής τιμής να τους ζητήσει τη γνώμη, μέσω δημοψηφίσματος, για το μέλλον της χώρας. «Μα αυτός είναι ήδη παρελθόν», θα πείτε. Σωστά. Εστω και αν ο ίδιος αρνείται να το αποδεχθεί. Η ζημιά όμως έγινε και είναι δυσθεώρητη. Σήμερα, η χώρα εκτός από την κρίση χρέους αντιμετωπίζει και μία πρωτοφανή κρίση αξιοπιστίας, η οποία λειτουργεί διαβρωτικά και εξαιρετικά επικίνδυνα για την ίδια την Ελλάδα και τα συμφέροντά της, αλλά και για τον λαό της που βάλλεται πανταχόθεν και δεν μπορεί να σηκώσει κεφάλι.
Aυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη βλάβη που υπέστη η χώρα την τελευταία διετία και πιθανότατα η πιο επικίνδυνη μελλοντικά, αν δεν αντιμετωπιστεί με κάποιον τρόπο. Αυτό, μοιραία, πρέπει να είναι και το διακύβευμα των επόμενων εκλογών, όποτε και αν γίνουν. Μία γόνιμη αντιπαράθεση ιδεών και προτάσεων για την αναδόμηση της εικόνας της χώρας, για την επούλωση των πληγών της τραματισμένης αξιοπιστίας της, για την ανάταξη του ηθικού των πολιτών της. Σε διαφορετική περίπτωση, ακόμη και αν η κρίση χρέους αντιμετωπιστεί, προοπτική αμφίβολη, διότι και αυτή συνδέεται με το κύρος και την αξιοπιστία, η χώρα πολύ δύσκολα θα κατορθώσει να ξανασταθεί στα πόδια της και να βρει τον βηματισμό της.
Και τότε, οι επόμενοι περιπατητές στις Βρυξέλλες και όπου αλλού θα θυμούνται τα λόγια του Κωνσταντίνου Καραμανλή «έξω πάμε καλά» και θα νιώθουν πικρά δάκρυα στη μνήμη της εποχής που, έστω στο εξωτερικό, η εικόνα μας ήταν καθαρή και ελκυστική...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου