Έχουν οι ελληνικές δημοσκοπικές εταιρίες πρόβλημα μεθοδολογίας; Υπάρχει κάποια σκοπιμότητα εκ μέρους όσων διεξάγουν τις δημοσκοπήσεις; Γίνεται στη χώρα μας κατάχρηση ή και κακή χρήση του εργαλείου των δημοσκοπήσεων, προκειμένου οι δημοσκοπήσεις να επηρεάσουν, τελικά, την κοινή γνώμη και όχι απλά να την καταγράψουν; Δικαιώνουν, τελικά, ή όχι οι ελληνικές εταιρίες δημοσκοπήσεων τη φράση «υπάρχουν τριών ειδών ψεύδη: τα συνήθη, τα καταστρεπτικά και η στατιστική», που έγινε γνωστή από τον συγγραφέα Μαρκ Τουέιν και αποδίδεται -χωρίς να έχει επιβεβαιωθεί- στον Άγγλο πρωθυπουργό Βενιαμίν Ντισραέλι;
Ας δούμε τα κείμενα στη «Δημοκρατία» της Δευτέρας 17 με τον ίδιο τίτλο και τηςΤρίτης 18 Μαΐου της Μαρίας Παναγιώτου σε συνεργασία με την Εμμανουέλα Τσουδερού σε μια έρευνα που κάναν σε εταιρείες δημοσκοπίσεων αλλά και στο Σύλλογο Εταιριών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς (ΣΕΔΕΑ)
• • •
Τα ερωτήματα αυτά πλανώνται κυριολεκτικά πάνω από τη χώρα, καθώς οι δημοσκοπήσεις -κυρίως οι πολιτικές- που πραγματοποιούνται από ελληνικές εταιρίες συγκεντρώνουν ολοένα και πιο έντονη κριτική, κυρίως από απλούς πολίτες, για τα αποτελέσματα που εμφανίζουν.
Το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, στη διάρκεια του οποίου η κοινωνία έχει βρεθεί κυριολεκτικά στο «κόκκινο», εξαιτίας τόσο των υγειονομικών μέτρων για τον κορονοϊό όσο και των κατακλυσμιαίων συνεπειών που επέφεραν τα μέτρα αυτά στην οικονομία, το λεγόμενο «τρολάρισμα» για τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων που δεν εμφανίζουν καμία στατιστική αλλαγή για την κυβέρνηση – καταρρίπτοντας όλους τους βασικούς κανόνες της στατιστικής - έχει αποκτήσει επικές διαστάσεις.
Η έρευνα που διεξήγαγε η εφημερίδα «δημοκρατία», προκειμένου να δώσει κάποιες απαντήσεις, άρχισε αρκετές μέρες, πριν από τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του Ευρωβαρόμετρου, το οποίο κατέγραφε την άποψη των Ελλήνων για μια σειρά θεμάτων στη διάρκεια των μηνών Φεβρουαρίου και Μαρτίου. Τα αποτελέσματα του Ευρωβαρόμετρου ήταν τόσο εκ διαμέτρου αντίθετα σε σχέση με τα αποτελέσματα που δημοσιοποιούν το τελευταίο διάστημα οι ελληνικές εταιρίες, που αναπόδραστα η κριτική σε αυτές έγινε ακόμη πιο σφοδρή. Έτσι, ο Σύλλογος Εταιριών Δημοσκόπησης και Ερευνάς Αγοράς (ΣΕΔΕΑ) εξέδωσε ανακοίνωση στην προσπάθειά του να απαντήσει στα πρόσφατα δημοσιεύματα μερίδας του Τύπου και σε κάποιες αναρτήσεις σε κοινωνικά δίκτυα αναφορικά με τη σύγκριση ερευνών κοινής γνώμης.
Κορωνίδα των διαφορών των δύο πλευρών αποτέλεσε το ερώτημα για το κατά πόσο οι Έλληνες εμπιστεύονται την ελληνική κυβέρνηση. Σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο, το 71% των ερωτηθέντων απάντησε ότι δεν εμπιστεύεται την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αντίθετα, οι ελληνικές εταιρίες το ίδιο διάστημα έδιναν προβάδισμα στην ελληνική κυβέρνηση σε σχέση με την αντιπολίτευση, που σε κάποιες περιπτώσεις έφτανε ακόμη και τις 15 μονάδες.
Ωστόσο, η ανακοίνωση του ΣΕΔΕΑ έκανε τα πράγματα πιο επιβαρυντικά για τις ελληνικές εταιρίες, καθώς λες και ήθελε να αποδείξει πως όντως η στατιστική περιλαμβάνεται σε ένα από τα τρία είδη ψεύδους- υποστήριζε:
• Τα αποτελέσματα των ελληνικών εταιριών σε σχέση με το Ευρωβαρόμετρο είναι διαφορετικά γιατί «η διατύπωση των ερωτήσεων είναι διαφορετική». Παραδέχτηκε, δηλαδή, πως αν οι εταιρίες αλλάξουν τη διατύπωση των ερωτήσεων, τότε θα αλλάξουν και τα αποτελέσματα που δίνουν.
• «Η μεθοδολογία συλλογής στοιχείων είναι διαφορετική: συνεντεύξεις διά ζώσης και συνεντεύξεις μέσω διαδικτύου έναντι τηλεφωνικών συνεντεύξεων». Παραδέχτηκε, δηλαδή, πως αν οι ελληνικές εταιρίες υπέβαλλαν ερωτήσεις και μέσω άλλων καναλιών και όχι αποκλειστικά μέσω σταθερών τηλεφώνων, τότε και πάλι τα αποτελέσματα θα ήταν διαφορετικά.
• «Ο χρόνος διεξαγωγής των ερευνών είναι διαφορετικός» και «οι κλίμακες καταγραφής των απόψεων των πολιτών είναι διαφορετικές». Παραδέχτηκε, δηλαδή, πως τα νούμερα που δίνουν οι εταιρίες στη δημοσιότητα θα ήταν διαφορετικά σε άλλες κλίμακες και άλλον χρόνο.
Και κάπου εδώ η έρευνά μας έγινε ακόμη πιο ενδιαφέρουσα ή, μάλλον, το παρασκήνιο της έρευνάς μας. Γιατί είναι από αυτές τις περιπτώσεις που το παρασκήνιο έχει μεγαλύτερη ουσία και ενδιαφέρον, ακόμη και από τις απαντήσεις, τις οποίες, έτσι κι αλλιώς, θα ξεδιπλώσουμε στη συνέχεια.
Η σιωπή των αμνών… για μερικές ερωτήσεις
Έχει κάποια σημασία, για αρχή, να αναπτύξουμε την απλή μεθοδολογία που ακολουθήσαμε, παρότι εμείς δεν πήραμε ούτε πολλές ούτε σαφείς απαντήσεις για τη μεθοδολογία που ακολουθούν οι ελληνικές εταιρίες δημοσκοπήσεων.
Αρχικά, λοιπόν, αποφασίσαμε να απευθύνουμε ερωτήσεις σε όσους συνηθίζουν… να ρωτούν. Δημιουργήσαμε δύο ομάδες ερωτήσεων. Η πρώτη ομάδα, η οποία στάλθηκε στις μεγαλύτερες ελληνικές δημοσκοπικές εταιρίες (και ήταν για όλους ίδια), εστίαζε περισσότερο στη μεθοδολογία που ακολουθούν αυτές οι εταιρίες. Συγκεκριμένα, το ερωτηματολόγιό μας στάλθηκε στις εταιρίες MRB, Metron Analysis, Kapa Research, MARC, ALCO, Pulse και Opinion Poll. Μεταξύ άλλων, ζητούσαμε να μας εξηγήσουν σε σχέση με τη μεθοδολογία τους τα εξής:
• Πώς επιλέγουν τους τηλεφωνικούς αριθμούς που καλούν;
• Πώς εξασφαλίζουν την τυχαιότητα των τηλεφώνων του δείγματος;
• Πώς επιλέγουν το άτομο του νοικοκυριού που θα απαντήσει στις ερωτήσεις;
• Τι ποσοστό όσων απαντάνε είναι άνω των 60 ετών και μη ενεργός πληθυσμός;
• Πώς αντιμετωπίζουν το νέο δεδομένο που υπαγορεύει η παγκόσμια βιβλιογραφία σύμφωνα με το οποίο πρέπει να προσεγγίζεται και ο κόσμος που χρησιμοποιεί τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
Ταυτόχρονα, στείλαμε μια δεύτερη ομάδα ερωτήσεων στο ΣΕΔΕΑ, η οποία δεν σχετιζόταν με τη μεθοδολογία κάθε εταιρίας, αλλά κυρίως με τον εποπτικό ρόλο του ίδιου του συλλόγου. Μεταξύ άλλων, ρωτούσαμε τι ακριβώς ελέγχει ο ΣΕΔΕΑ σε σχέση με τις δημοσκοπήσεις.
Το πρωτάθλημα πινγκ πονγκ που ακολούθησε ήταν μοναδικό στα χρονικά. Με εξαίρεση τις εταιρίες Pulse και Opinion Poll, οι υπόλοιπες αρνήθηκαν να μας απαντήσουν. Κάποιοι ισχυρίστηκαν πως λείπουν ταξίδι στο εξωτερικό. Κάποιοι άλλοι μας παρέπεμψαν στον ΣΕΔΕΑ. Και κάποιοι άλλοι ισχυρίστηκαν πως απάντησε ήδη ο ΣΕΔΕΑ γι’ αυτούς. Προσπαθήσαμε να τους εξηγήσουμε ότι οι ερωτήσεις που είχαμε στείλει στον ΣΕΔΕΑ δεν κάλυπταν τις απορίες μας σε σχέση με τη μεθοδολογία τους. Η σιωπή εκ μέρους τους, όμως, ήταν εκκωφαντική.
Και κάπως έτσι αποφασίσαμε να στείλουμε στον ΣΕΔΕΑ τις ερωτήσεις και για τη μεθοδολογία των εταιριών, διατηρώντας υψηλές προσδοκίες, αφού ο σύλλογος είχε ανταποκριθεί στο αρχικό ερωτηματολόγιο που είχαμε στείλει, απαντώντας και μάλιστα άμεσα. Στείλαμε, μάλιστα, όλες τις ερωτήσεις που είχαν μείνει αναπάντητες από τις ίδιες τις εταιρίες. Αυτή τη φορά ο γρήγορος στα αντανακλαστικά, αρχικώς, ΣΕΔΕΑ βυθίστηκε, επίσης, στη σιωπή. Εμοιαζε σαν μια συντεχνιακή αρμονία να κατακλύζει τον αέρα. Λίγες μέρες, αργότερα, ακολούθησε η ένταση με αφορμή το Ευρωβαρόμετρο (φωτο).Τα ερωτήματα, ωστόσο, παραμένουν: Ποια είναι επιτέλους αυτή η μεθοδολογία των εταιριών που αποτελεί (αντίθετα από την πρακτική στο εξωτερικό) επτασφράγιστο μυστικό;
Σιωπή των δημοσκόπων για τα λάθη μεθοδολογίας!
Τo Pew Research Center, που εδρεύει στην Ουάσινγκτον, αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους ερευνητικούς οργανισμούς στον κόσμο, που πραγματοποιεί και δημοσκοπήσεις. Μετά την αποτυχία του, όπως και των υπόλοιπων εταιριών δημοσκοπήσεων στις ΗΠΑ, να προβλέψουν τα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών του 2016 όσο και τη διαφορά Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων το 2020, άρχισε στην άλλη μεριά του Ατλαντικού μία μεγάλη συζήτηση για τους λόγους που οδήγησαν σε αυτή την αποτυχία, με παράλληλες έρευνες τόσο από τις εταιρίες όσο και από την Αμερικανική Ένωση Ερευνών της κοινής γνώμης (AAPOR) προκειμένου να βρεθούν τα αίτια.
Οι ίδιες οι εταιρίες, και φυσικά το Pew Research Center, εστίασαν στη μεθοδολογία τους, παραδέχτηκαν πως υπάρχει πρόβλημα και προσπάθησαν να το εντοπίσουν, παρότι θα μπορούσαν να αποδώσουν την αστοχία τους στην πόλωση που επικράτησε στην αμερικανική κοινωνία, ιδίως πριν από τις τελευταίες εκλογές. Παραδέχτηκαν, για παράδειγμα, πως το δείγμα τους δεν ήταν αντιπροσωπευτικό, γι’ αυτό δεν κατάφεραν να προβλέψουν ούτε τη νίκη του Ντόναλντ Τραμπ, το 2016, αλλά ούτε και την οριακή διαφορά Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, που σημειώθηκε το 2020.Στην Ελλάδα, πάλι, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Μία από τις πιο… θριαμβευτικές αποτυχίες των ελληνικών εταιριών δημοσκοπήσεων σημειώθηκε στη χώρα μας το καλοκαίρι του 2015, πριν από το ιστορικό πλέον δημοψήφισμα. Λίγο πριν από τις κάλπες οι περισσότερες εταιρίες προέβλεπαν είτε ντέρμπι μεταξύ του «Ναι» και του «Όχι», που θα κρινόταν την τελευταία στιγμή, είτε οριακό προβάδισμα του «Ναι». Μετά το συντριπτικό 61,31% υπέρ του «Όχι» οι ελληνικές εταιρίες δεν αναζήτησαν τα αίτια στη μεθοδολογία τους, αλλά στους πολίτες. Σε εκτενή αφιερώματα που πραγματοποιήθηκαν το αμέσως επόμενο διάστημα κάποιοι από τους εκπροσώπους των δημοσκοπικών εταιριών στην καλύτερη περίπτωση απέδωσαν την αποτυχία τους στην πόλωση, ενώ άλλοι έφτασαν να δηλώσουν ακόμη και ότι χρειάζεται αναθεώρηση της κοινωνίας και όχι της μεθοδολογίας (!). Εννοούσαν, άραγε, πως η κοινωνία πρέπει να αλλάξει για να συμφωνεί με τα αποτελέσματά τους; Κανείς δεν γνωρίζει.
Προσπαθώντας να προσεγγίσει αυτό και άλλα προβλήματα των εταιριών, στείλαμε μία σειρά ερωτήσεων στον ΣΕΔΕΑ, μεταξύ των οποίων και η εξής: «Πού αποδίδετε τις αστοχίες πολλών δημοσκοπήσεων στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, ιδίως σε κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, όπως το 2015 πριν από το δημοψήφισμα και τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, αλλά ακόμη και το 2019, όταν η διαφορά μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ παρουσιαζόταν στις 15 μονάδες ενώ τελικά ήταν 8;»
Από την αρχή της απάντησης ο ΣΕΔΕΑ διευκρίνισε πως «δεν αποδέχεται τη θέση αυτή», δηλαδή πως οι εταιρίες είχαν αστοχίες. Στη συνέχεια της απάντησης υποστήριξε:
Σε σχέση με την περίοδο μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 (γενικά), ότι «η ελληνική κοινωνία μπήκε σε μια έντονη κοινωνικοπολιτική ρευστότητα με πρωτόγνωρα φαινόμενα (όπως τα capital controls) και με κίνδυνο η χώρα να βρεθεί εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα ίδια αυτά φαινόμενα έντονης κοινωνικής και πολιτικής ρευστότητας δεν υπήρχαν μόνο στην Ελλάδα, αλλά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σε ολόκληρο τον κόσμο, όπως έχει αναφερθεί παραπάνω, εξ ου και οι δυσκολίες των δημοσκοπήσεων παγκοσμίως». Και πως «το φαινόμενο αυτό μελετήθηκε από τον ΣΕΔΕΑ και η σχετική μελέτη υπεβλήθη στον αρμόδιο, τότε, υπουργό. Δυστυχώς δεν έλαβε τη δέουσα δημοσιότητα, με αποτέλεσμα να υφίσταται ακόμα και σήμερα η σκιά της ‘“αστοχίας” στον κλάδο, κάτι που τα ΜΜΕ διέδωσαν και η τότε κυβέρνηση υποστήριξε».
Σε σχέση με τις εκλογές του 2019: «Τα αποτελέσματα τόσο των προεκλογικών ερευνών όσο και του exit poll ήταν από τα πλέον επιτυχημένα. Κατά συνέπεια, οι ισχυρισμοί περί αποτυχίας ουδόλως έχουν σχέση με την πραγματικότητα». Παράλληλα, ο ΣΕΔΕΑ επέλεξε να αναφερθεί στις απαντήσεις του στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης λέγοντας ότι «αναγνώρισε -έστω και όψιμα- τη λανθασμένη προσέγγιση που είχε στο θέμα αυτό». Σε σχέση με την αστοχία των εταιριών ειδικά στο δημοψήφισμα και την πιθανότητα αυτή να οφείλεται στη μεθοδολογία τους, ο ΣΕΔΕΑ επέλεξε να μην απαντήσει, γεγονός που έφερε αναπόφευκτα στη μνήμη μας τους διάσημους στίχους του Νίκου Γκάτσου: «Του βγάλαμε γλυκό, του βγάλαμε και μέντα, μα για το φονικό δεν είπαμε κουβέντα».
Αναδημοσίευση: dimokratianews.gr και δεύτερη σελίδα από το dimokratianews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου