Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

Το φασιστικό τελεσίγραφο και το ΟΧΙ του Μεταξά

Τελικά ποιος είπε τι ιστορικό ΟΧΙ στον Μουσολίνι; Στο σχολείο μάθαμε πως το είπε ο δικτάτορας  που ήταν πρωθυπουργός της Ελλάδας εκείνη την εποχή Ιωάννης Μεταξάς. Εκφράζοντας εκείνη την στιγμή τον Ελληνικό λαό. Όπως μας έλεγε ο δάσκαλός μας στο Δημοτικό σχολείο. Και πραγματικά όσα διδαχτήκαμε, εκεί συγκλίνουν. 

Δε θέλω να γράψω κάτι περισσότερα γι’ αυτό, αν και πολλά μπορούμε να πούμε. 

Ψάχνοντας το θέμα που θα ασχοληθώ σήμερα, 28η Οκτωβρίου, βρήκα το κείμενο του Μαρξιστή κοινωνιολόγου, ιστορικού, νομικού και πολιτικού Γιάνη Κορδάτου (φωτο, Ζαγορά Πηλίου 1/2/1891 – Αθήνα 29/4/1961) τον Ριζοσπάστη της 28ης Οκτωβρίου 1945. Το κείμενο έχει τον ίδιο τίτλο κι αξίζει να το μελετήσει κανείς. Πρέπει δυστυχώς να σημειώσω, πως δεν το βρήκα στην ιστοσελίδα του κομματικού οργάνου του ΚΚΕ

• • •

Καλλιεργήθηκε από τα κάθε λογής όργανα του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου η ιδέα πως ο Μεταξάς τα ξημερώματα της 28ης Οκτώβρη 1940 που δέχθηκε στο σπίτι του την επίσκεψη του Ιταλού πρεσβευτή Ε. Γκράτσι, κράτησε όλη του την ψυχραιμία και στο φασιστικό τελεσίγραφο απάντησε με ένα ΟΧΙ. Τόσα έχουν γραφεί από τις ελληνικές εφημερίδες του καιρού εκείνου, ώστε παρ’ ολίγο να σχηματισθεί και ολόκληρος θρύλος γύρω στο ζήτημα αυτό. Και όμως τα πράγματα δεν έγιναν όπως το Γραφείο Τύπου του τεταρτοαυγουστιανού καθεστώτος, πλαστογραφώντας την αλήθεια, τόνιζε σ’ όλους τους τόνους της προπαγάνδας. Ο Μεταξάς κανένα ΟΧΙ δεν είπε στον Ιταλό πρεσβευτή. ΤΟ ΟΧΙ το είπε ο ελληνικός λαός και στο αλβανικό μέτωπο και ύστερα στον καιρό της Κατοχής με την Εθνική του Αντίσταση.

Τον πόλεμο, λοιπόν, του τον επέβαλε ο ιταλικός φασισμός. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια. Και υπάρχουν και ντοκουμέντα. Ο τότε πρεσβευτής της φασιστικής Ιταλίας Ε. Γκράτσι έγραψε σαν να πούμε τις αναμνήσεις του και τις δημοσίευσε κιόλας. Πρέπει δε προκαταβολικά να τονίσουμε πως απ’ όσα δημοσίευσε ο Γκράτσι βγαίνουν πολλά στοιχεία που χαρακτηρίζουν καλά τον Έλληνα δικτάτορα στις κρίσιμες για τη χώρα μας εκείνες στιγμές: Ο Μεταξάς ήταν ως το κόκκαλο γερμανόφιλος και ιταλόφιλος κι αν ο Μουσολίνι δεν ήταν τόσο προκλητικός, ίσως ο αρχηγός του τεταρτοαυγουστιανού καθεστώτος να ’βρισκε τον τρόπο να τα στρίψει και να πάει με τον άξονα.

Από την αιτία αυτή κήρυχνε στην Πάτρα κι αλλού, λίγους μήνες πριν ξεσπάσει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, πως «είναι μωροί εκείνοι που βλέπουν στο διεθνή ορίζοντα περιπλοκάς και πολέμους». Κι από την ίδια αιτία άφησε ανέτοιμη την Ελλάδα και παράδωσε τον ελληνικό στρατό στα χέρια ανίκανων αξιωματικών. Ήταν της ιδέας, κι όταν πια κηρύχτηκε ο παγκόσμιος πόλεμος, πως οι φίλοι του, ο Γκέμπελς και ο Γκέρινγκ θα τον προστάτευαν και δεν θ’ άφηναν τα πράγματα να πάρουν την τροπή που πήραν. Ακόμα πίστευε πως και ο Μουσολίνι δεν θα κατέβαινε πιο κάτω από την Αλβανία, όχι γιατί φοβότανε τους Εγγλέζους – αυτοί δεν υπολογίζονταν τότε – αλλά γιατί στην Ελλάδα υπήρχε φασιστικό καθεστώς, δηλαδή «αδελφόν καθεστώς», όπως έλεγε ο Νικολούδης λίγες μέρες πριν μας κηρύξει ο Μουσολίνι τον πόλεμο. Εξ άλλου ο Ι. Πολίτης, ο τότε πρεσβευτής μας στη Ρώμη, είδε κι έπαθε όσο να πείσει τον Μεταξά πως η φασιστική Ιταλία ετοιμαζόταν να μας χτυπήσει.

Ο ίδιος ο Πολίτης σε μια ιδιαίτερη συνομιλία μας λίγο καιρό πριν φύγει κρυφά από την Ελλάδα στον καιρό της Κατοχής, μου ανακοίνωσε πως έβρισκε μεγάλη αντίδραση στο υπουργείο των Εξωτερικών, γιατί δεν ήθελαν να το πιστέψουν πως η Ιταλία μια μέρα θα μας χτυπούσε! Τέτοια νοοτροπία είχαν οι περίφημοι κυβερνήτες της χώρας μας, όταν και τα μικρά παιδιά το καταλάβαιναν πως ο ορίζοντας ολοένα σκεπαζόταν από νέφη και ο ιταλικός φασισμός μας ετοίμαζε την ίδια τύχη της Αλβανίας.

Μα και όταν το μαχαίρι έφθασε στο κόκκαλο και ο φασισμός μας χτυπούσε απειλητικά την πόρτα, πάλι ο Μεταξάς δεν έπαιξε τον ιστορικό ρόλο που καλούσαν οι περιστάσεις να παίξει. Ως την τελευταία στιγμή έλπιζε πως ο Μουσολίνι δεν θα μας επιτίθονταν, γιατί πολλά περίμενε από τον Χίτλερ, που τον πίστευε φίλο και προστάτη της Ελλάδας. Γι’ αυτό όταν στις 4 το πρωί της 28ης Οκτώβρη 1940 τον ξύπνησε ο Ιταλός πρεσβευτής Γκράτσι, για να του επιδώσει το τελεσίγραφο, δεν κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο – έτσι αφηγείται ο Γκράτσι που κατά τα άλλα γράφει με πολλή συμπάθεια για τον Μεταξά – κι άρχισε τις φιλοφρονήσεις. Άμα δε διάβασε το τελεσίγραφο ούτε αγρίεψε ούτε κράτησε την ψυχραιμία του ούτε βρήκε δυο λέξεις από κείνες που μένουν ιστορικές για να πει για λογαριασμό της Ελλάδας, παρά δάκρυσε. Κι ήταν τα δάκρυά του αυτά δάκρυα συγκίνησης φυσικά, αλλά συγκίνησης γιατί δεχόταν το ράπισμα από τον φασισμό, που τόσο πολύ τον εξυπηρέτησε.

«Ο Μεταξάς», γράφει ο Γκράτσι, «άρχισε να διαβάζει το τελεσίγραφο. Τα χέρια του, καθώς διάβαζε, έτρεμαν ελαφρά και δια μέσου των γυαλιών του είδα τα μάτια του να δακρύζουν, όπως συνέβαινε όταν βρισκόταν σε μεγάλη συγκίνηση. Άμα τέλειωσε το διάβασμα, με κοίταξε κατάματα και με φωνή συγκινημένη αλλά σταθερή μου είπε στα γαλλικά: «Ώστε έχουμε πόλεμο». 

Του απάντησα πως αυτό δεν ήταν απαραίτητο και ότι η ιταλική κυβέρνηση έλπιζε πως η ελληνική θα δεχόταν την αξίωσή της να περάσουν ελεύθερα τα ιταλικά στρατεύματα που θ’ άρχιζαν τις κινήσεις τους στις 6 το πρωί. Ο Μεταξάς μου είπε τότε πως αυτό ήταν αδύνατο κι αν θα ήθελε να ενδώσει, δεν μπορούσε να βρει μέσα σε τρεις ώρες τον καιρό να πάρει διαταγές από τον βασιλέα και να μεταβιβάσει τις αναγκαίες οδηγίες. Ο Μεταξάς με ρώτησε αν τουλάχιστον μπορούσα να του υποδείξω ποια ήταν τα στρατηγικά σημεία που ήθελε να καταλάβει η ιταλική κυβέρνηση. Φυσικά υποχρεώθηκα να του απαντήσω ότι δεν είχα καμιά ιδέα. Ο Μεταξάς απάντησε «βλέπετε ότι είναι αδύνατο (να κάνω τίποτα). Η ευθύνη του πολέμου βαρύνει την ιταλική κυβέρνηση».

Όπως φαίνεται από τη στιχομυθία αυτή, ο Μεταξάς, αν το ιταλικό τελεσίγραφο ήταν κάπως ελαστικό, θ’ άρχιζε διαπραγματεύσεις, δηλαδή θα υποχωρούσε, αφού φυσικά πρώτα έκανε τις ανάλογες μεταβολές στο ναυτικό και τον στρατό, γιατί ύστερα από τον τορπιλισμό της Έλλης, ο ελληνικός στρατός και λαός είχαν εξαγριωθεί και ο Μεταξάς βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση. Τον δέχθηκε λοιπόν τον πόλεμο σαν αναγκαίο κακό, περιμένοντας την ηθική υποστήριξη του Χίτλερ, γι’ αυτό όταν ήλθαν οι Άγγλοι στην Ελλάδα ως σύμμαχοι κι έφερναν πολεμικό υλικό και βαριά τανκς, άρχισε να δυσφορεί και να διαμαρτύρεται έμμεσα, όπως μου έλεγε τότε ο Γεώργ. Καρτάλης, που ως στρατιώτης είχε εμπιστευτική θέση. Έβαλε μάλιστα και τις αρμόδιες ελληνικές υπηρεσίες να δηλώνουν στους Εγγλέζους πως τα γεφύρια των ελληνικών δρόμων δεν αντέχουν για να μεταφερθεί στο εσωτερικό το αγγλικό υλικό και υπάρχει κίνδυνος να γίνουν δυστυχήματα και καταστροφές. Δηλαδή, ο Μεταξάς, που στο αναμεταξύ, όπως έγραψαν οι ευρωπαϊκές εφημερίδες, μέσω του Τούρκου υπουργού των Εξωτερικών Σαράτσογλου διαπραγματευόταν με τον Χίτλερ για να βρεθεί μία διέξοδος στην ιταλοελληνική διαφορά και να σταματήσει ο πόλεμος, δυσφορούσε για τις προετοιμασίες των Εγγλέζων κι αυτό γιατί δεν ήθελε να βρουν οι φίλοι του οι Γερμανοί καμιά αντίσταση από ξένο στρατό όταν την άνοιξη θα κατέβαιναν στην Ελλάδα.

Έτσι σκεπτόταν κι αυτά μαγείρευε ο «εθνικός» κυβερνήτης.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΡΔΑΤΟΣ

 

 

Αναδημοσίευση: tetysolou.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου