Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 16 Απριλίου 2018

Αξίζει τον κόπο η σημερινή δημοσιογραφία;


Το πιο καλό κείμενο που αφορά την δημοσιογραφία του σήμερα και δυστυχώς όχι μόνο του σήμερα αλλά πολλών χρόνων πριν, θεωρώ πως είναι αυτό του Γιώργου Λακόπουλου στο προσωπικό του blog anoixtoparathyro.
Με το κείμενο αυτό συμφωνώ σχεδόν 100%.
Θα διαφωνούσα λίγο ως προς την «Εφημερίδα των Συντακτών» που στην αρχή προσπάθησα να γίνω αναγνώστης της. Αλλά τη βρήκα τότε πολύ να στηρίζει υπερβολικά τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δε το θεώρησα πολύ κακό, λόγω της συνεταιριστικής της μορφής. Ίσως λοιπόν όλοι αυτοί που γράφουν και είμαι σίγουρος πως γράφουν ότι θέλουν δεν συμπαθούν κάποια κόμματα του παλιού δικοματισμού (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) και τις ουρές τους (Ένωση κεντρώων και Ποτάμι). Για τη «Χρυσή αυγή» δε γεννάται θέμα και για το ΚΚΕ έχει τις γνωστές αγκυλώσεις: «Αν δεν είσαι κουμουνιστής μου, είσαι εχθρός μου. Οπότε έμεινα περιστασιακός αναγνώστης της.
Θα διαφωνήσω κάθετα μ’ αυτά που γράφει για την «Καθημερινή» που ήμουν τακτικός αναγνώστης ως την ώρα που έγινε ένα είδος κομματικού οργάνου της ΝΔ. Όπως ο Σκάι άλλωστε.Το συγκεκριμένο κανάλι κυρίως παρακολουθούσα λόγω της, τότε, σοβαρότητας του. Αποτέλεσμα είναι να σταματίσω να αγοράζω την Καθημερινή και ο Σκάι να πάει μετά τα τοπικά κανάλια στο τηλεκοντρόλ.
Οφείλω να επισημάνω την παράλειψη, που είναι το να μη πει τίποτε για την «Δημοκρατία». Γιατί θεωρώ πως παρά τις ακραίες δεξιές απόψεις σε ιστορικά κυρίως θέματα, κάνει έρευνα όπως με το σκάνδαλο της πώλησης της ΑΤΕ. Αλλά γράφει ασχολίαστες τις ειδήσεις. Και αυτές που δεν τις αρέσουν, όπως η σύλληψη της Combat 18. Δεν της άρεσε, αλλά το έγραψε.
Θα δεις εκεί τίτλους όπως «Μικρή πτώση (0,2%) στον Πληθωρισμό αλλά με αυξήσεις τιμών στα βασικά είδη», στο φύλλο του Σαββάτου 14 Απριλίου στην 7η σελίδα. Και «θέματα» όπως η καταγγελία του υφυπουργού Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσου Πετρόπουλου, πως τα ΜΜΕ παραπλάνησαν τους αναγνώστες (τηλεθεατές και ακροατές). Πως και η χήρα του αδικοχαμένου ήρωα πιλότου που πρόσφατα χάθηκε θα πάρει το 100% της σύνταξης, μια που ο νόμος Κατρούγκαλου (4387/2016) στο άρθρο 4 αναφέρει πως «οι οικογένειες των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων των οποίων ο θάνατος επήλθε εξ αιτίας της υπηρεσίας παίρνουν ολόκληρη τη σύνταξη. Γράφτηκε στην ίδια εφημερίδα στην 5η σελίδα. Και πολλά  άλλα τέτοια.
Αλλά αν είναι αυτά τα καλά, τα αυτονόητα δηλαδή, σε τί να ελπίσεις. Ως προς την ενημέρωσή μας.
Διαβάστε όμως το πόσο «αγγελικά πλασμένα» είναι τα πράγματα στην Ελληνική, και δυστυχώς και στην παγκόσμια, δημοσιογραφία. Όπως τα βλέπει ο κ. Λακόπουλος και στην τελική κι εγώ. Και να φανταστείτε κάποτε η δημοσιογραφία θεωρούνταν λειτούργημα.
* * *
Το περιστατικό  είναι πραγματικό. Στο καφενείο ενός χωριού στο Πήλιο δημοσιογράφος κάθεται να ξεφυλλίσει το σώμα των κυριακάτικων εφημερίδων. Τελειώνοντας λέει στον ιδιοκτήτη: «Τις διάβασα, να σας τις αφήσω;».  Η απάντηση τον αφήνει άναυδο: «Και δεν τις αφήνεις; Να διαβάσουμε κανένα ψέμα».
Έχουν περάσει δεκαετίες από τότε που ο ίδιος δημοσιογράφος ως νεαρός ρεπόρτερ έγινε μάρτυρας ενός περιστατικού στο οποίο ο υπάλληλος Δήμου Αθηναίων έλεγε σε έναν πολίτη «είναι έτσι, το γράφει η εγκύκλιος» και αυτός του απαντούσε «είναι αλλιώς, το  γράφει  Το Βήμα». Ήταν η εποχή που η φράση «το έγραψε η εφημερίδα» είχε αντίκρισμα.  Η εποχή στην οποία ο  αρχισυντάκτης έλεγε στον δημοσιογράφο: «Είσαι  σίγουρος γι’ αυτό που γράφεις; Μην μας κόψουν την ατέλεια«.
Η σημερινή δημοσιογραφία δεν φοβάται μη χαθεί η ατέλεια χάρτου. Και το κοινό της δεν πιστεύει ότι αυτά που γράφουν οι εφημερίδες είναι αλήθεια. Το αντίθετο. Υποψιάζεται ότι για να τα γράφουν είναι ψέματα. Η κρίση αντιπροσώπευσης πλήττει την ενημέρωση και τα ΜΜΕ, περισσότερο από την πολιτική και τα κόμματα.  Όσο δεν πιστεύει ο ψηφοφόρος ότι ο πολιτικός ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα των πολιτών, άλλο τόσο δεν πιστεύει ότι ο δημοσιογράφος ενδιαφέρεται για την ενημέρωση των αναγνωστών.

Η δημοσιογραφία του ιδιοκτήτη
Όχι ότι δεν υπάρχουν δημοσιογράφοι ικανοί να αναζητήσουν την αλήθεια και πρόθυμοι να τη γράψουν. Υπάρχουν- ειδικά στις νεότερες γενιές. Αλλά πού να τη γράψουν; Πόσες εφημερίδες σήμερα ενδιαφέρονται για την αλήθεια και όχι αποκλειστικά τα συμφέροντα του ιδιοκτήτη της; Δεν μιλάμε για το εκδοτικό δικαίωμα στην πολιτική γραμμή. Αλλά για την απόλυτη καθυπόταξη της δημοσιογραφίας στις επιδιώξεις του «αφεντικού» που ακυρώνει τη δημοσιογραφία.
Από όσα τράβηξε η χώρα πολλά θα είχαν αποτραπεί αν υπήρχε απέναντι στην εκάστοτε πολιτική και οικονομική εξουσία στιβαρή  δημοσιογραφία. Αν οι δημοσιογράφοι απολογούνταν μόνο στη συνείδησή τους και στον διευθυντή τους και όχι στον κομματικό παράγοντα, ή τον οικονομικό μεγιστάνα. Αν οι εφημερίδες και τα ΜΜΕ διατηρούσαν  τη φυσιογνωμία τους απέναντι στο κοινό τους με άξονα την ενημέρωση και την αλήθεια την κριτική και την αποκάλυψη , ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό καθεστώς τους.
Εφημερίδες πέρασαν από την μια περιοχή του πολιτικού φάσματος στην άλλη, απλώς επειδή άλλαξαν ιδιοκτήτη. Στις ίδιες σελίδες που διάβαζε κανείς κάποτε για τις τις αξίες και τους αγώνες της Δημοκρατικής Παράταξης απέναντι στη Δεξιά, για τους αγώνες της Αριστεράς, για το ανοσιούργημα της Αποστασίας, διαβάζει σήμερα ύμνους για τη Δεξιά και την οικογένεια Μητσοτάκη, υβρεολόγια για την Αριστερά και λιβέλους για τις ιδέες της.
Εφημερίδες που ανέδειξαν το ιμπέριουμ του Ανδρέα Παπανδρέου πρωταγωνιστούν στην αποδόμηση της μνήμης του και την ανάδειξη του Κώστα Μητσοτάκη σε μεγάλο πολιτικό του 20ου αιώνα. Από τον παραδοσιακό παπανδρεϊσμό τους πέρασαν στον νεομητσοτακισμό…
Η εξαχρείωση από τα ταμπλόιντ ως την οθόνη
Μήπως υπάρχει ραδιοτηλεόραση στην οποία η δημοσιογραφική δουλειά να κρίνεται από την αρτιότητά  της και όχι από τις επιδιώξεις του καναλάρχη;  Τα -καθ υπόδειξη-μονοθεματικά και μονόπλευρα δελτία ειδήσεων και τα στρογγυλά τραπέζια με τους ίδιους – ημέτερους-μαϊντανούς δεν είναι δημοσιογραφία και ενημέρωση. Απορείς αν ο άλλος είναι προσκεκλημένος πολιτικός ή μέλος του προσωπικού που κάνει βάρδια….
Πού να ασκηθεί σήμερα η δημοσιογραφία όταν δεν υπάρχουν αυθεντικά ΜΜΕ;. Σε πολλές περιπτώσεις  δεν υπάρχουν και αυθεντικοί δημοσιογράφοι. Πολλοί – συνήθως φίρμες -έχουν τη δική τους ατζέντα. Γράφουν και εκφωνούν για να υπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα. Ιδίως στο χώρο του λεγόμενου πολιτικού ρεπορτάζ- δηλαδή εκεί που κατ’ εξοχήν η δημοσιογραφία συναντάει την πολιτική.
Κάποτε ήταν πρώτο τη τάξει στις εφημερίδες. Τώρα είναι λοκομοτίβα προς την εξαχρείωση και παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις λειτουργεί σε βάρος της δουλειάς που κάνουν οι  συντάκτες των άλλων τμημάτων σε κάθε ΜΜΕ. Όσοι  ξεροσταλιάζουν στο ρεπορτάζ, με κακές αμοιβές και χειρότερη αντιμετώπιση από την ιεραρχία.
Πάντα στον Τύπο υπήρχαν εξαρτήσεις, συμφέροντα, επιδιώξεις κομματικές επιρροές. Αλλά η δημοσιογραφία είχε σε μεγάλο βαθμό αυτονομία και αρτιότητα. Οι δημοσιογράφοι περνούσαν από το σχολείο της πράξης και αυτό τους έμενε. Ήταν, συνήθως, παθιασμένοι με τη δουλειά τους. Κακοπληρωμένοι, αλλά αξιόπιστοι ακόμη και την εποχή των «τραστ». Και πάνω από όλα: κανείς  δεν γινόταν πλούσιος  γράφοντας σε μια εφημερίδα.
Με την είσοδο των ταμπλόιντ, που αναζητούσαν τον εντυπωσιασμό, οι εφημερίδες πήραν κάποιους από το δρόμο και τους έκαναν δημοσιογράφους.  Υπήρξε διευθυντής που μετά από ένα θανατηφόρο τροχαίο δεν έστελνε το συντάκτη  στον τόπο του ατυχήματος, αλλά στο σπίτι του θύματος για να του φέρει φωτογραφία της αδελφής του θύματος με … μαγιό – για τη πρώτη σελίδα. Υπάρχει μαρτυρία για φωτορεπόρτερ που… έγδυσε δολοφονημένη νοικοκυρά για να κάνει πιο εντυπωσιακό το έγκλημα.

Ενοικιαζόμεθα…
Κάποιοι από αυτούς στη συνέχεια έγιναν στελέχη στις εφημερίδες και τα λοιπά ΜΜΕ και στην πραγματικότητα έστησαν τη σύγχρονη ελληνική δημοσιογραφία , με βάση την πρακτική, τη νοοτροπία και τις αδίστακτες επιδιώξεις τους.  Άλλοι διολίσθησαν στην ευκολία. Ανοίγεις το ραδιόφωνο για να ακούσεις  μια εκπομπή και ο παρουσιαστής ξαφνικά σου υποδεικνύει ποιο αυτοκίνητο να αγοράσεις,  σε ποια τράπεζα να ανοίξεις λογαριασμό, με ποιο δίκτυο τηλεφωνίας να συνδεθείς, ποιο κρασί, ποιο βούτυρο και ποια σοκολάτα να προτιμήσεις. Δεν είναι τυπική διαφήμιση. Εμφανίζεται ως μέρος της δημοσιογραφικής εργασίας.
Για να πάρει κάποιος εκπομπή πρέπει να φέρει στον ιδιοκτήτη χορηγία και να τη…μοιραστούν. Στην ουσία ο εργοδότης νοικιάζει τις συχνότητες στους…υπαλλήλους του. Και αυτοί ανερυθρίαστα νοικιάζουν τη φωνή και το όνομα τους στην επιχείρηση που διαφημίζεται. Άντε μετά να χρειαστεί να γράψουν  γι’ αυτήν…
Σε ένα απολογητικό υπόμνημα προς το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ -που του επέβαλε ποινή γιατί εκφώνησε ένα διαφημιστικό μήνυμα στην τηλεόραση- ο δημοσιογράφος Αντώνης Σρόιτερ κατήγγειλε ότι δεν ασκείται πειθαρχικός έλεγχος στις εξής περιπτώσεις: «Για την συστηματική έμμεση και «μαύρη» διαφήμιση από δημοσιογράφους σε ραδιόφωνο και διαδίκτυο, …για τους δημοσιογράφους που ανοικτά διαφημίζουν στο ραδιόφωνο, εκφωνώντας μάλιστα μηνύματα των εταιριών, … για τους  δημοσιογράφους που πληρώνονται από χορηγούς για να κάνουν ραδιοφωνικές και άλλες εκπομπές». Φωνή βοώ ντος….

Η στράτευση που… συμφέρει
Η …κανονική δημοσιογραφία εκτοπίζεται. Υπάρχουν αξιόλογοι δημοσιογράφοι, καλοί γραφιάδες με ικανότητες στο ρεπορτάζ. Ιδίως νέα παιδιά, με καλές σπουδές και ευρύ περίοδο γνώσεων. Αλλά δεν υπάρχει δημοσιογραφία. Για την ακρίβεια δεν υπάρχουν μέσα ενημέρωσης για να απορροφήσουν το προϊόν εντίμων επαγγελματιών δημοσιογράφων. Με εξαίρεση την  αυτοδιαχειριζόμενη » Εφημερίδα των Συντακτών»- την καλύτερη εφημερίδα μαζί με την  «Καθημερινή » σήμερα-και το  μαχητικό αντιδεξιό «Documento» του Κ. Βαξεβάνη- εφημερίδες και ραδιοτηλεοπτικά μέσα λειτουργούν ως πίνακες ανακοινώσεων των ιδιοκτητών τους – για την αποκλειστική υπεράσπιση των συμφερόντων τους.  Πού να δημοσιευθεί μια είδηση, πού να προβληθεί έναν ρεπορτάζ, να γραφεί μα κριτική όταν όλα πρέπει να εντάσσονται σ’ αυτό το πλαίσιο;
Κάποτε οι δημοσιογράφοι στρατεύονταν σε ιδανικά: τη Δημοκρατία, την αλήθεια που ήθελε να πνίγει η εξουσία, την υπεράσπιση των αδυνάμων και της κοινωνίας, μεγάλες ιδέες και αξίες.  Σήμερα στρατεύονται απλώς -από όποιον έχει λεφτά- για ένα κόμμα, έναν πολιτικό, μια «μπίζνα». Ή απλώς για την τσέπη τους.
Ποτέ άλλοτε η δημοσιογραφία δεν ήταν τόσο διατεταγμένη γιατί ποτέ άλλοτε οι επιχειρήσεις ΜΜΕ δεν ήταν τόσο ψευδώνυμες. Δεν επιδιώκουν την οικονομική επιβίωσή τους  με την προσέλκυση αναγνωστών δια του περιεχομένου τους.  Είναι εξ αρχής όργανα συμφερόντων, κομματικής προπαγάνδας, υπεράσπισης ακόμη και της ανομίας. Ποια αλήθεια να υπερασπιστούν;  Την αλήθεια της αφαίμαξης του δημοσίου χρήματος και της βουλιμίας για συγκυβέρνηση;
Οι γενιές που είχαν ενστάσεις για τον Λαμπράκη, τη  Βλάχου, τους Μπότσηδες, τον Τεγόπουλο, τον Παπαγεωργίου ανατριχιάζουν παρατηρώντας σε ποιων τα χέρια βρίσκονται σήμερα τα ΜΜΕ. Ποιες δράσεις έχουν. Ποια αποστολή αναλαμβάνουν. Και σε ποια θέση έχουν περιέλθει εντός τους οι δημοσιογράφοι- εκτός από μια κάστα ασύδοτων περί τον ιδιοκτήτη που κάνει «δουλειές».
Το Διαδίκτυο δεν έφερε την άνοιξη στην ενημέρωση. Με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις -και πέρα από τα ατομικά ιστολόγια στα οποία κάποιοι δημοσιογράφοι καταθέτουν θαρραλέα τη γνώμη τους – ιντερνετικοί οχετοί πνίγουν κάθε έννοια ενημέρωσης με τη στρατολόγησή τους σε κάθε είδους συμφέροντα και επιδιώξεις-, ενίοτε με λούμπεν και πανάθλια εκφορά λόγου.

Δημοσιογραφία για κάθε χρήση…
Χωρίς υγιείς επιχειρήσεις ΜΜΕ δεν είναι δυνατό να υπάρχει και δημοσιογραφία. «Εχουμε γίνει βαποράκια» θυμοσοφεί ο πολύπειρος Βασίλης Σκουρής. «Δεν είμαι δημοσιογράφος» έλεγε όταν πρωτοεμφανίσθηκαν αυτά τα φαινόμενα ο αείμνηστος Ανδρέας Δεληγιάννης, αρχισυντάκτης στο Βήμα και ένας από τους  σημαντικότερους δημοσιογράφους όλων των εποχών.
Υπάρχουν δημοσιογράφοι- εκδότες,- δημοσιογράφοι-επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι -διαφημιστές, δημοσιογράφοι -έμποροι, δημοσιογράφοι ιδιοκτήτες εταιριών, δημοσιογράφοι που θέλουν να γίνουν πολιτικοί και γίνονται. Για να μην πάμε στους αόρατους δημοσιογράφους μυστικοσυμβούλους, τους «ίματζ μέηκερς» τους ενδιάμεσους τους, τους μιζαδόρους. Ή σε όσους επιδεικνύουν σύμβολα του πλούτου που δεν αποκτήθηκε με τον επίσημο μισθό τους.  Όλοι είναι πάντα μέλη του επαγγελματικού σωματείου. Το οποίο στο χειρότερο είδος «δημοσιογραφίας» των ημερών επέβαλε ποινή διαγραφής έξι μηνών.
Η δημοσιογραφία -όπως  και η πολιτική – είναι πλέον σαν τα τροπικά δάση: τρέφονται από τη σήψη τους. Νέα παιδιά με σπουδαία βιογραφικά και αγνές προθέσεις προσπαθούν να μπουν στο επάγγελμα – ίσως παρακινούμενα από τη λάμψη των λίγων -και πέφτουν στα χειρότερα χέρια, ειδικά όταν πρέπει να έλθουν σε επαφή με την πολιτική.
Πολλοί από όσους εκλέγονται για να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα της κοινωνίας χρησιμοποιούν τους δημοσιογράφους για να εξυπηρετήσουν τον εαυτό τους, τα συμφέροντα τους, τους χορηγούς τους. Το αποκρουστικό πρόσωπο της πολιτικής είναι το αποκρουστικό πρόσωπο της δημοσιογραφίας σε πολλές περιπτώσεις. Ειδικά όταν περιέρχεται στην αρμοδιότητα των payrolls-μέθοδος διαδεδομένη και διευρυνόμενη.
Η απόλυτη κατάντια της δημοσιογραφίας… «Είναι εύκολο να το υποψιάζεσαι, δύσκολο να το λες ανοικτά και δυσκολότερο να το αποδείξεις» έγραφε πρόσφατα το δημοσιογραφικό site Harddog για τα μυστικά κονδύλια στο χώρο των αθλητικών δημοσιογράφων. Τι να πει κανείς για όσα ακούγονται στην πολιτική και οικονομική δημοσιογραφία….
Δεν είναι σωστό  να καίγονται και  τα χλωρά μαζί με τα ξερά, να πλήττονται οι ακέραιοι επαγγελματίες δημοσιογράφοι με γενικεύσεις … Αλλά δεν έγινε τυχαία κακόφημο επάγγελμα η δημοσιογραφία…

ΥΓ: Σ’ αυτό το τοξικό περιβάλλον προκύπτει ένα ερώτημα: αξίζει τον κόπο η σημερινή δημοσιογραφία;  Έχει νόημα να γράφει κάποιος όταν δεν υπάρχει τίποτε να υπερασπιστεί;



Αναδημοσίευση: anoixtoparathyro.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου