Ξεφυλλίζοντας εφημερίδα του Σαββάτου 28 Απριλίου το μάτι μου
έπεσε σ’ ένα «μονόστηλο» που αναφερόταν στην
πτώση της κυκλοφορίας των εφημερίδων τη περασμένη χρονιά δηλαδή το 2017.
Όπως διάβασα στο κείμενο η πτώση αυτή ανήρθε στο 19,6%.
Πουλήθηκαν δηλαδή 57.614.541 φύλλα ενώ το 2016 είχαν πουληθεί 71.641.595.
14.027.054 φύλλα δηλαδή λιγότερα. Η μείωση αυτή στις πωλήσεις, αναφέρεται,
είναι πιο εντυπωσιακή αν πούμε πως είναι μεγαλύτερη από αυτή ανάμεσα στο 2016
και 2015 που ήταν 15,9%.
Για να εξηγήσουμε την αντίδραση αυτή του αναγνωστικού κοινού
θα πρέπει να ανατρέξουμε στο άρθρο του καλού δημοσιογράφου Γιώργου Λακόπουλου
που αναδημοσίευσα την Δευτέρα 16 Απριλίου και στο σχόλιο μου με το οποίο το προλόγισα.
Για το ότι ο κόσμος απομακρύνεται από τις εφημερίδες, φταίει πιστεύω η ποιότητα
της δημοσιογραφίας.
Όπως συμπεράνει όποιος διαβάσει εκείνη την ανάρτηση (δείτε
την εδώ), οι σημερινές εφημερίδες εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων εκδίδονται να εξυπηρετήσουν
τα οικονομικά συμφέροντα των ιδιοκτητών τους.
Εύλογα κανείς θα απορήσει. «Αν δεν εξυπηρετούνται αυτά,
γιατί να εκδώσει κάποιος εφημερίδα;». Ως και τη δεκαετία του ’80 οι εκδότες
ήταν άνθρωποι του Τύπου. Άνθρωποι που είχαν μεγαλώσει στα δημοσιογραφικά
γραφεία και στα τυπογραφεία. Από αυτή την εποχή και μετά στο χώρο άρχισαν να
εισέρχονται επιχειρηματίες με πρώτο και καλύτερο το Γιώργο Μπόμπολα, με το
«Έθνος» το 1982. Με όχημα το καταπράσινο
πολιτικά φύλλο, γιατί κοινωνικά ήταν ολίγον κιτρινορόζ ελέω Αλέκου Φιλιππόπουλου
που ήταν διευθυντής, η εταιρεία του πήρε την πλειονότητα τον δημόσιων έργων που
χρηματοδότησε η τότε ΕΟΚ.
Τον χώρο του Τύπου, πήγε να αλώσει το ’87 ο Κοσκωτάς αλλά
βρήκε αντίθετους όλους του εκδότες, γιατί πήγε να «μπει στα χωράφια τους». Πολύ
περισσότερο ενοχλήθηκε ο Μπόμπολας γιατί τα συμφέροντα του δεν ήταν μόνο η
εφημερίδα, αλλά αυτή ήταν ο πολιορκητικός κριός για άλλες δουλειές και θα έχανε
πολύ περισσότερα αν έχανε αυτή τη δύναμή της.
Την δύναμή τους τελικά ΟΛΕΣ οι εφημερίδες μαζί την έχασαν το
2010 με τη είσοδο της Ελλάδας στη μνημονική περίοδο. Αλλά και να εκλεγούν
σχηματίζοντας κυβέρνηση δυο κόμματα που δεν είχαν εξαρτήσεις από τους
ιδιοκτήτες τους. Στην αρχή τουλάχιστον κι όπως δείχνουν καθημερινά τα
πρωτοσέλιδα σε μεγάλο βαθμό και σήμερα.
Κι αυτό γιατί φάνηκε καθαρά πως εξυπηρετούν σκοτεινά
συμφέροντα και αδιαφορούν γι΄ αυτά του λαού. Οπότε κι αυτός τους γύρισε την
πλάτη.
Θα απορήσει εύλογα κάποιος. Μα τι χρειάζεται η εφημερίδα
όταν υπάρχει υπερπληροφόριση από την τηλεόραση (και το ραδιόφωνο), αλλά και το internet;
Σωστά. Όμως στην εφημερίδα θα διαβάσει κάποιος μια άποψη ή
ένα σχόλιο και θα το ξαναδιαβάσει παραπάνω από μία φορά αν δεν το καταλάβει. Μα
το ίδιο συμβαίνει και στο ίντερνετ θα αντιτείνει κανείς. Ναι αλλά εκεί είναι η
οθόνη, που δημιουργεί διαταραχές (ζάλη κλπ) αν συγκεντρωθείς πολύ ώρα σ’ ένα
θέμα μελετώντας το.
Αλλά και στα γεγονότα που έχει η εφημερίδα που δεν θα
ξεφυλλίσεις μόνο μια φορά. Γιατί με την πρώτη βέβαιο είναι πως θα σου «ξεφύγουν
πολλά θέματα». Στην τηλεόραση (και το ραδιόφωνο) μπορεί να μη το «δώσεις
σημασία» ενώ στο internet
θα πρέπει να το ψάξεις.
Γι΄ αυτό εκτός από το κύριο, που είναι η δημοσιογραφία να
ξαναγίνει λειτούργημα και να πάψει να είναι εργαλείο εκβιασμού και διακίνησης
ψευδών ειδήσεων. Επιβάλεται και το δευτερεύων οι εφημερίδες να μας κάνουν όχι
μόνο να τις αγοράσουμε αλλά και να τις ξεφυλλίσουμε και να τις διαβάσουμε. Άσχετα
αν συμφωνούμε ιδεολογικά μ’ αυτές. Κι ακόμη καλύτερα αν μια εφημερίδα που θα
μας «κεντρίσει το ενδιαφέρον» να διαβάσουμε είναι αντίθετη με τα πολιτικά πιστεύω
μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου