Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2018

Το έγκλημα των Γερμανών πριν φύγουν από τα
Κάτω Λεχώνια: ο απαγχονισμός της Σοφίκας Τοπάλη


Το χρονικό ενός ανεξιλέωτου εγκλήματος στα Κάτω Λεχώνια αφηγείται ο βετεράνος δημοσιογράφος Γιάννης Μαντίδης στο βιβλίο του με τίτλο «Σοφίκα Τοπάλη – Θηλιά στη μνήμη» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Historia. Στο οποίο εξιστόρησε τον απαγχονισμό τριών γυναικών στα Κάτω Λεχώνια στα στερνά της Κατοχής.
* * *
Εκείνη η Παρασκευή 7 Ιουλίου 1944 έμεινε για πάντα χαραγμένη στη μνήμη του, όταν μικρό παιδί ο ίδιος, έμελλε να βρεθεί κοντά στον τόπο, όπου οι Γερμανοί και οι δοσίλογοι συνεργάτες τους κρέμασαν από μία μουριά τη Σοφίκα Τοπάλη, τη μητέρα της Λουκία και τη Φιλίτσα Καλαβρού.
Η γόνος μίας αριστοκρατικής οικογένειας εξελίχθηκε σε πρωταγωνίστρια μίας σύγχρονης τραγωδίας που «γράφτηκε» στα μαύρα χρόνια της Κατοχής, ενώ το μοναδικό φωτογραφικό ντοκουμέντο από το φρικτό έγκλημα που συντελέστηκε τότε στα Κάτω Λεχώνια, θα θυμίζει τη θηριωδία των κατακτητών. Μάλιστα για την προέλευση της συγκεκριμένης φωτογραφίας, η οποία απεικονίζει τις τρεις γυναίκες απαγχονισμένες, στο παρελθόν κυκλοφόρησαν αντικρουόμενες μαρτυρίες σχετικά με την προέλευσή της. Από την πλευρά του, όμως, ο κ. Γιάννης Μαντίδης κατέληξε ότι λήφθηκε από κάποιον Γερμανό στρατιώτη: «Αυτό το επιβεβαίωσε ο Ιπποκράτης Ζημέρης, αφού οι Γερμανοί είχαν πάει στο φωτογραφείο του να την εμφανίσουν και κράτησε ένα αντίγραφο. Πιστεύω ότι αυτή είναι η αλήθεια. Το διασταύρωσα και από τον Θανάση Φάμπα, αυτόν τον σπουδαίο ζωγράφο και γλύπτη από τον Λαύκο. Όταν είχε πάει ο Γερμανός στο φωτογραφείο ο Θανάσης κρύφτηκε, γιατί ήταν αντάρτης και μου επιβεβαίωσε τα λεγόμενα του Ζημέρη».
Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου του, ο Βολιώτης δημοσιογράφος διερωτάται εάν το να θυμάται κάποιος είναι τελικά χαμένος καιρός. Όμως, ο Γιάννης Μαντίδης (φωτο) έδωσε τη δική του απάντηση: «Ορισμένοι λένε: «Τι τα θυμάσαι αυτά; Πέρασαν πια….», αλλά οι αναμνήσεις είτε όμορφες, είτε άσχημες, σε συνοδεύουν για μία ζωή. Πόσο μάλιστα εμένα, που ήμουν 10 ετών όταν έγινε αυτό. Τότε δεν τελειώνουν ποτέ οι θύμησες».
Γυρίζοντας πίσω τον χρόνο, θυμήθηκε όσα διαδραματίστηκαν εκείνη την αποφράδα ημέρα: «Μόνο κάτι πιτσιρικάδες ήμασταν τότε εκεί κοντά την ημέρα που έγινε. Παίζαμε τριγύρω. Όταν ήρθαν οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους οι ΕΑΣΑΔ-ίτες, μας έδιωξαν και πήγαμε να κρυφτούμε μέσα σε κάτι θάμνους γεμάτους αγκάθια. Καθαρά δεν βλέπαμε, παρά μόνο πώς ταλαντεύονταν τα άψυχα κορμιά των τριών γυναικών».
Τα χρόνια πέρασαν και όπως ήταν φυσικό, εκείνο το συμβάν έμελλε να μην ξεχαστεί ποτέ για τον Γιάννη Μαντίδη, ο οποίος εξήγησε για ποιο λόγο προχώρησε στη συγγραφή του βιβλίου: «Πρώτη ανέφερε το συμβάν η μακαρίτισσα η Νίτσα Κολιού στο βιβλίο της «Άγνωστες πτυχές Κατοχής και Αντίστασης 1941-44». Υπήρχαν όμως αλληλοσυγκρουόμενες απόψεις για το πώς εκτυλίχθηκε η ιστορία. Κανόνας στη δημοσιογραφία είναι να διασταυρώνεις τις πληροφορίες. Και μου είπε κάποτε: «Εσύ θα το συνεχίσεις και θα γράψεις περισσότερα γι’ αυτό το περιστατικό». Μακάρι να ήταν εδώ η Νίτσα, για να έβλεπε εάν το έγραψα καλά. Ένας φίλος μου έλεγε: «Γράψ’ το βρε Γιάννη, να αναπαυθούν οι ψυχές τους. Έγραψα, λοιπόν, την αλήθεια, ότι εμείς φταίμε που τις εκτέλεσαν».
Εξήρε την προσωπικότητα της Σοφίκας Τοπάλη, με τον κ. Μαντίδη να αναφέρει: «Η Σοφίκα ερχόταν στο σπίτι μας και ραβόταν στην αδερφή μου, η οποία ήταν μοδίστρα. Σαν παιδί θυμάμαι έναν υπέροχο άνθρωπο. Αυτή ήταν η Σοφίκα Τοπάλη. Υπήρχε φτώχεια στο χωριό, αλλά στην Κατοχή είχε σώσει πολύ κόσμο. Τις κατηγόρησαν πως ήταν κομμουνίστριες αυτές οι γυναίκες. Ετούτο δεν ίσχυε. Το θεώρησαν όμως σωστό να βοηθήσουν την Εθνική Αντίσταση, πίστευαν ότι έκαναν το σωστό για την πατρίδα, χωρίς να κοιτάζουν κόμματα, όπως έγινε μετά στον Εμφύλιο που πολέμησαν οι αριστεροί με τους δεξιούς. Ξέραμε ότι έκρυβαν ράβδους χρυσού στο σπίτι τους, ήταν πάμπλουτη οικογένεια, άλλωστε. Όταν μάθαμε ότι λεηλατήθηκε το σπίτι τους, άπαντες γνωρίζαμε τον λόγο που έγινε ό,τι έγινε. Εκείνη την Παρασκευή οδηγήθηκαν στην αγχόνη η καλοσύνη και η ανθρωπιά. Αυτές τις γυναίκες, οι Λεχωνίτες τις κρεμάσαμε τελικά. Εμείς οι ίδιοι τις προδώσαμε».

Η τραγική ιστορία
Το έγκλημα έγινε στα Κάτω Λεχώνια την Παρασκευή 7 Ιουλίου 1944, όταν οι Γερμανοί κατακτητές με τους ντόπιους συνεργάτες τους κρέμασαν στα κλωνάρια μιας μουριάς, πλάι στο σιδηροδρομικό σταθμό, τις τρεις άτυχες γυναίκες: την Σοφίκα Τοπάλη, τη μητέρα Λουκία Τοπάλη και τη Φιλίτσα Καλαβρού, αφού πρώτα τις βασάνισαν στις φυλακές του Βόλου. Η κατηγορία ήταν ότι οι Τοπάλαινες έδιναν τρόφιμα στο 54 Σύνταγμα των ανταρτών Πηλίου, αλλά η πραγματική αλήθεια ήταν άλλη: Να αρπάξουν οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους τον χρυσό που έκρυβαν οι Τοπάλαινες στο αρχοντικό τους. Το αρχοντικό που λεηλατήθηκε συθέμελα.
Έκτοτε το τραγικό αυτό έγκλημα αποσιωπήθηκε, τόσο από τους υπεύθυνους της συμφοράς, όσο και από τους ανεύθυνους που φοβόντουσαν τους πρώτους. Οι Κατωλεχωνίτες «ξέχασαν» τις Τοπάλαινες που τους είχαν δώσει το κτήμα τους για να σπείρουν, να θερίσουν και να μην πεινάσουν στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής! Στη μνήμη τους είχαν μια θηλιά. Ακόμα και εκείνοι οι παλιοί που είχαν δει το έγκλημα δεν έλεγαν τίποτε σχετικό στους ανήξερους νεότερους… Ώσπου κάποιοι έκαναν το χρέος τους δημοσιεύοντας τη διαχρονική ντροπή.
Η αξέχαστη δημοσιογράφος Νίτσα Κολιού στο βιβλίο της «Άγνωστες Πτυχές Κατοχής και Αντίστασης 1940 – 44» ανέφερε και την «άγνωστη πτυχή» των κρεμασμένων γυναικών στη μουριά της πλατείας των Κάτω Λεχωνίων, τότε άρχισαν να χαλαρώνουν και οι θηλιές της μνήμης των Κατωλεχωνιτών. Και τότε πήρε τη σκυτάλη ο δημοσιογράφος Γιάννης Μαντίδης (ένα από τα παιδιά που είδαν τότε το έγκλημα) και ερεύνησε λεπτομερέστερα το θέμα με συνεντεύξεις από όσους πρόλαβε εν ζωή, αλλά και με θύμησες δικές του που δημοσιεύονται στο βιβλίο του «Σοφίκα Τοπάλη – θηλιά στη μνήμη» που κυκλοφορεί και στην Αγγλική γλώσσα, αλλά και σε β΄ έκδοση προσφάτως.
Πριν κυκλοφορήσει η «Σοφίκα» έμαθαν τυχαίως οι συγγενείς της οικογένειας Τοπάλη για τη συγκεκριμένη έρευνα και ήρθαν από τη Βραζιλία όπου διαμένουν και συνάντησαν τον συνάδελφο – ερευνητή. Είναι οι εγγονές του αδελφού της Λουκίας Van Schelle (μητέρας της Σοφίκας) κυρία Hellegonda Maria – παιδίατρος και η αδελφή της Julie, βοτανολόγος, με τον πνευμονολόγο σύζυγό της Eduardo De Capitani. Ήταν καταφανώς συγκινημένοι. Μετά από χρόνια που έψαχναν και ρωτούσαν, έμαθαν τελικά και γνώρισαν τους τόπους που έζησαν και άδικα απαγχονίσθηκαν οι τραγικές γυναίκες συγγενείς τους. Τότε παρήγγειλαν και το μνημείο που θα τοποθετηθεί εκεί που θάφθηκαν οι κρεμασμένες (και οι τρεις μαζί…) αριστερά μπαίνοντας στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου στα Κάτω Λεχώνια.



Αναδημοσίευση: e-thessalia.gr
Πηγή: e-thessalia.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου